
Θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας την τελευταία μέρα του Looney μου, μέσα απο τα δικα του μάτια. Του αγαπημένου μου φίλου.
Η τελευταία μέρα μέσα από τα μάτια του Looney
22.12.20 6.30 π.μ . Το ξυπνητήρι της Ελίνας (μαμά, έτσι την φωνάζουν τα φιλαράκια μου) κτυπάει. Είναι η ώρα που ξυπνάει για να ετοιμάσει τα φιλαράκια μου για το σχολείο. Προσπαθώ να πάω κοντά της όμως σήμερα νιώθω διαφορετικά. Έρχεται εκείνη και μου δίνει μια αγκαλιά και ένα φιλί όπως κάνει καθημερινά (και κάθε πέντε λεπτά). Μου λέει και καλημέρα.
Ετοιμάζει τα μωρά και φυσικά ετοιμάζει τις λιχουδιές μου. Είναι τα φάρμακα μου αλλά μου λέει έτσι για να τα τρώω. Δεν της χαλάω χατίρι γιατί ξέρω ότι με αγαπά και θέλει το καλό μου.
Τρώω με όρεξη του φαγητό μου και πάω στον καναπέ που μου έφτιαξε για να κοιμηθώ. Νιώθω κάπως παράξενα σήμερα και πιο κουρασμένος. Θα κοιμηθώ και ίσως όταν ξυπνήσω να είμαι καλύτερα.
Η Ελίνα ή μαμά, φεύγει με τα φιλαράκια μου. Ησυχία στο σπίτι. Ξυπνάει και ο Χρίστος (ή παπάς, έτσι τον φωνάζουν τα φιλαράκια μου) σε κάποια φάση και αφού κάνει το τσάι του κάθεται στο computer (έτσι το λένε όλοι σπίτι αυτό το μαύρο κουτί).
10.00π.μ Ακούω κλειδιά στην πόρτα. Η Ελίνα επέστρεψε. Δεν μπορώ όμως να κουνηθώ. Τα πόδια μου είναι τόσο αδύναμα. Πρέπει όμως να πάω κοντά της. Να μην καταλάβει ότι πονάω. Πάω με μεγάλη προσπάθεια. Με ξαναφιλά και μου λέει ότι με αγαπά (για 20η φορά σε 3 ώρες). Εγώ όμως δεν είμαι καλά. Πάω ξανά σιγά σιγά στον καναπέ, όμως θέλει να με πάει βόλτα. Εγώ δεν μπορώ. Επιμένει. «Μόνο εδώ κάτω μου λέει» Δεν θέλω να της χαλάσω χατίρι. Δεν Θέλω να καταλάβει ότι κάτι δεν πάει καλά. Με δυσκολία με παίρνει λίγο απέναντι και με περισσότερη δυσκολία επιστρέφουμε στο σπίτι. Αυτό είναι το κατάλαβε. Την ακούω να μιλάει με τον Χρίστο τον παπά…. Είναι αγχωμένη και πολύ λυπημένη… Την νιώθω… Άρχιζω να τρέμω…. Δεν μπορούσα να κουνηθώ. Δεν ήθελα όμως να είναι στεναχωρημένη. Την ακούω να μιλά στο τηλέφωνο της. Μιλάει με εκείνη την γλυκιά κοπέλα που τον τελευταίο καιρό με παίρνει συχνά.
Χωρίς καθυστέρηση και με αρκετή δυσκολία και με την βοήθεια του Χρίστου με παίρνει και πάλι στην γλυκιά κοπέλα.. Είναι πολύ καλή και με προσέχει. Την φωνάζει Μαριάννα. Ξαναπήγα εκεί πριν ενάμιση μήνα όταν πάλι ένιωθα έτσι και με βοήθησε να γίνω καλά. Τώρα όμως ξέρω ότι τα πράγματα θα είναι δύσκολα και η αλήθεια είναι ότι μόλις κατέβηκα από το αυτοκίνητο δεν ήθελα να πάω στη γλυκιά κοπέλα, παρόλο που την συμπαθώ πολύ. Ήξερα ότι ήταν η τελευταία μου μέρα κοντά στους αγαπημένους μου και ήθελα να την περάσω μαζί τους. Τελικά μπήκα για μια τελευταία προσπάθεια. Η Ελίνα με φίλησε μου είπε και πάλι ότι με αγαπά και ότι πρέπει να είμαι δυνατός και έφυγε… Εγώ έμεινα με την γλυκιά κοπέλα. Με περιποιήθηκε πολύ. Μόνο που αυτή τη φορά ότι και αν έκανε δεν βοηθούσε. Μου έβαλε και την αγαπημένη μου κονσέρβα. Δεν έπιασε όμως. Η όρεξη μου ήταν χάλια.
Πέρασε ώρα και ξαφνικά ακούω τη φωνή της Ελίνας. Άνοιξε την πόρτα. Με δυσκολία γύρισα να την δώ. Ήταν ίσως η μονή κίνηση που έκανα από το πρωί. Ένιωσα όμως αμέσως την λύπη της. Έκλαιγε πολύ. Δεν θα αντέξει πολύ της είπε η γλυκιά κοπέλα. Η πόρτα ξανανοίγει και μπαίνει μέσα ο Χρίστος και τα φιλαράκια μου, ο Στυλιανός και ο Γιώργος.
Κάθισαν κοντά μου, μου μιλούσαν και με αγκάλιαζαν . Μου έδωσαν φαγητό και νερό. Εγώ δεν ήθελα. «Είναι δύσκολα τα πράγματα για τον Looney, δεν θα αντέξει….» είπε πάλι η κοπέλα με την γλυκιά φωνή.
Δεν πέρασε πολύ ώρα και η γλυκιά κοπέλα μου έβγαλε κάτι βελονίτσες από πάνω μου. Μάλλον ήταν εκείνες που με έκαναν καλά την περασμένη φορά. Αυτή τη φορά όμως δεν έκαναν κάτι. Δεν το έδειχνα αλλά ήμουν πολύ χαρούμενος που θα πήγαινα σπίτι μου.
Μπήκαμε με την Ελίνα στο αυτοκίνητο. «Να είσαι δυνατός…. Να είσαι δυνατός…» μου έλεγε και μου ξαναέλεγε. Ήθελα να είμαι δυνατός. Όμως γνώριζα ότι στο τέλος θα την στενοχωρούσα.
Με πήρε σπίτι… μου είπε να την περιμένω μέχρι να γυρίσει από τη δουλεία, με αγκάλιασε και έφυγε.
Πέρασα δύσκολα η αλήθεια. Ο Χρίστος όμως με περιποιήθηκε πολύ. Με έβαλε δίπλα στην σόμπα και με σκέπασε. Δεν μπορούσα να κουνηθώ αλλά ένιωθα όλη αυτή την αγάπη να με περιτριγυρίζει. Είπα πρέπει να αντέξω..
Ήταν 21.45 όταν έφτασε η Ελίνα σπίτι από την δουλειά. Έτρεξε κοντά μου, κάθισε δίπλα μου και άρχισε να μου μιλάει. Τα λόγια της με πλημμύρισαν με αγάπη. Δεν μπορούσα όμως να τις δείξω ότι την άκουγα. Κρατούσα με τη βία μισάνοικτα τα μάτια μου και με δυσκολία ανέπνεα. Πλέον η οικογένεια μου ήταν όλη κοντά μου. Τα φιλαράκια μου, η Ελίνα, ο Χρίστος. Τώρα μπορώ να φύγω…. Όχι όμως ακόμα σκέφτηκα… δεν θέλω να με δουν τα μωρά να «φεύγω». Ας περιμένω να πάνε να κοιμηθούν… Άκουσα να λένε καληνύχτα και την Ελίνα να τους λέει να κάνουν την προσευχή τους… Οκ… είπα είναι σίγουρα στα κρεβάτια τους. Πέρασαν λίγα λεπτά και η Ελίνα ήρθε και κάθισε δίπλα μου .. με αγκάλιαζε και για πέντε λεπτά μου έλεγε πολύ ωραία λόγια. Ότι με αγαπά, ότι θέλει να είμαι δυνατός, ότι την έκανα καλύτερο άνθρωπο, ότι πάντα την καταλάβαινα. Έκλαιγε και ένιωθα την θλίψη της. Όμως δεν μπορούσα να κάνω κάτι. Το σώμα μου άρχισε να αδυνατίζει. Η σκέψη μου χανόταν και άρχισα να απομακρύνομαι από τον ήχο της φωνής της, ώσπου ξαφνικά έγινα και πάλι καλά. Ένα θαύμα.. Τα πόδια μου δεν έτρεμαν. Μα μια στιγμή.. η Ελινα κλαίει και ο Χρίστος είναι πολύ θλιμμένος… Τι γίνεται; Βλέπω το σώμα μου. Την Ελίνα να με αγκαλιάζει και να κλαίει.. «Όχι Ελίνα είμαι καλά..».. Δεν με ακούει… Η ΜΑΜΑ δεν με ακούει…. Δεν με ακούει κανείς, ούτε ο Χρίστος. Δεν με βλέπει κανείς αλλά εγώ τρέχω γύρω τους.
Είμαι κοντά σας… Πάντα θα είμαι.. Δεν θα φύγω ποτέ από το σπίτι που πέρασα υπέροχα. Από τους ανθρώπους μου… Από την δική μου οικογένεια.
ΥΓ Ραντεβού στην Γέφυρα του Ουράνιου τόξου
Μοιράσου κι εσύ τη δική του ιστορία στο [email protected] μαζί με μερικές φωτογραφίες!