«Τα περιστέρια είναι συντροφικά ζώα» μου έλεγε πάντοτε ο παππούς μου που καθόταν με τις ώρες και τα παρατηρούσε. Τον θυμάμαι ακόμα έντονα. Όταν τα περιστέρια βρουν το ταίρι τους, δεν το αποχωρίζονται (αν θυμάμαι καλά). Όταν ήμουν σπίτι τα πρωινά, έβγαινα κάθε μέρα στην αυλή για να ταΐσω τα ζώα μας. Κάποια από αυτά είναι και τα αρκετά περιστέρια. Μια μέρα που πήγα να τους βάλω τροφή, είδα ένα ολόλευκο όμορφο περιστέρι να πετάει δίπλα από το κλουβί. Το λυπήθηκα. Σκέφτηκα ότι ίσως να μου ξέφυγε και να δραπέτευσε κάποια μέρα, όταν άνοιξα την πόρτα για να ταΐσω τα υπόλοιπα περιστέρια. Από εκείνη την ημέρα, το έβλεπα καθημερινά να στέκεται πάνω σε κάτι ξύλα που έχουμε στοιβαγμένα δίπλα από το κλουβί. «Καλημέρα περιστεράκι μου» του έλεγα καθημερινά, ενώ τάιζα τα υπόλοιπα ζώα. Μια μέρα που δοκίμασα να βάλω λίγο σιτάρι στο χέρι μου για να φάει, φοβήθηκε. Έτσι αποφάσισα να του βάζω τροφή στο χώμα δίπλα ακριβώς από τα υπόλοιπα περιστέρια για να μην πεθάνει της πείνας. Ήξερα ότι άμα το πλησίαζα, θα φοβόταν και θα έφευγε. Γι’ αυτό προσπαθούσα να μην είμαι δίπλα του όταν τρώει, γιατί θα πετούσε. Το έβλεπα πως είχε μεγάλη ανάγκη να μπει στο κλουβί με τα άλλα περιστέρια, γιατί καθημερινά πετούσε γύρω από αυτό προσπαθώντας να βρει κάποιο άνοιγμα για να τρυπώσει. Μάταια όμως… Δοκίμασα να το πιάσω μία, δύο φορές, όμως φοβόταν και πετούσε μακριά. Μετά όμως ξαναρχόταν. Μια νύχτα μάλιστα που βγήκα έξω στην αυλή, το βρήκα να κοιμάται δίπλα από το κλουβί, πάνω στα στοιβαγμένα ξύλα. Τι γλυκό που ήταν! Σκέφτηκα ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή για να το βάλω μέσα, αλλά δίστασα. Ίσως να ξαφνιαζόταν τόσο πολύ που στο τέλος να του έκανα κακό. Το άφησα λοιπόν να κοιμάται. Οι μέρες περνούσαν και το περιστεράκι ήταν πάντα εκεί. Μια μέρα που δεν το είδα, λυπήθηκα. Σκέφτηκα ότι μάλλον θα βρήκε ένα άλλο σπίτι. Όταν όμως επέστρεψε μετά από λίγες μέρες, το χαμόγελο επέστρεψε και πάλι στο πρόσωπό μου.
Έπιασα δουλειά και πλέον δεν είχα χρόνο τα πρωινά να ταΐζω τα ζώα της αυλής. Έτσι δεν έβλεπα πια το περιστέρι. Τα αδέρφια μου ανέλαβαν το τάισμα. Ένα πρωινό πριν λίγο καιρό τα αδέρφια μου με ρώτησαν: «Θυμάσαι αυτό το περιστέρι έξω από το κλουβί; Πέθανε…» Λυπήθηκα. Μάλλον από τη μοναξιά του θα έφυγε. Το ξέρω ότι δεν μπορεί κάποιος να έχει τόσο στενή σχέση με ένα περιστέρι. Το ξέρω πώς αν έφευγε ένα σκυλάκι ή γατάκι, θα ήταν πολύ μεγαλύτερο το πλήγμα. Ξέρω όμως πως στο άκουσμα αυτών των λέξεων, χάθηκε το χαμόγελο από το πρόσωπό μου. Ένιωσα τη λύπη. Και όταν μετά από λίγες μέρες πέρασα δίπλα από το κλουβί με τα περιστέρια, σταμάτησα για λίγο και χάζεψα τα ξύλα πάνω στα οποία το περιστεράκι καθόταν και περίμενε να συναντήσει και να πετάξει με τα υπόλοιπα περιστέρια. Αντίο λοιπόν περιστεράκι!